Νους

νους < αρχαία ελληνική νοῦς, αττική συνηρημένη μορφή του ουσιαστικού νόος

Σημασιολογία του νους:

νους αρσενικό μόνο στον ενικό

  1. οι πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου που τον βοηθούν να αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα και να επεξεργάζεται τα δεδομένα της
  2. η λογική σκέψη, η διάνοια
  3. (συνεκδοχικά) ο άνθρωπος που διαθέτει ανεπτυγμένες διανοητικές ικανότητες
    ο Αριστοτέλης υπήρξε ένας σημαντικός νους της αρχαιότητας
    • ιθύνων νους: ο άνθρωπος που συλλαμβάνει, σχεδιάζει και κατευθύνει μια διαδικασία
      συνελήφθη ο ιθύνων νους της ληστείας

Related Λήμματα

Σχετικά Ομάδα Consciousness.gr

Διαδρομές αυτογνωσίας και αυτοπραγμάτωσης
Διαβάστε όλα τα άρθρα από Ομάδα Consciousness.gr