υστερία < αρχαία ελληνική ὑστερία Σημασιολογία: ψυχιατρ. ψυχική διαταραχή ενός η περισσοτέρων σπανιότερα συμπτωμάτων χωρίς να εντοπίζεται το οργανικό αίτιο. Με τον όρο υστερία, (Hysteria) που έχει αντικατασταθεί σήμερα από τον όρο μετατρεπτική διαταραχή, εννοείται στην ψυχολογία μια μορφή σωματομορφικής διαταραχής κατά την οποία το άγχος και οι ψυχολογικές πιέσεις μετατρέπονται σε οργανικά συμπτώματα, όπως είναι η παράλυση, η τύφλωση και η κώφωση. Κατά τους περασμένους αιώνες πιστευόταν ότι […]