γενναίος

γενναίος < αρχαία ελληνική γενναῖος < γέν-ος ή γέννα γένος < αρχαία ελληνική γένος γένος < από θέμα του γίγνομαι γίγνομαι < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *ǵenh₁-. Συγγενές με το (λατινικά) gigno

Γέννηση

γέννηση < μεσαιωνική ελληνική γέννηση < αρχαία ελληνική γέννησις γέννησις < γεννάω ασυναίρετος τύπος του γεννώ γεννώ < αρχαία ελληνική γεννάω/γεννῶ γεννάω < ενεργητική μορφή του γίγνομαι ίσως με αρχικό τύπο γεγενάω ή γέννα και -ω (οι περισσότεροι πάντως θεωρούν ότι η γέννα είναι παράγωγο του γεννάω) γέννα < αρχαία ελληνική γέννα Σημασιολογία του γεννώ: […]

Γεωμετρία

Σημασιολογία της λέξης γεωμετρία Γεωμετρία είναι ο κλάδος των μαθηματικών που ασχολείται με χωρικές σχέσεις, δηλαδή με τη σύνθεση του χώρου που ζούμε. Εμπειρικά, αλλά και διαισθητικά, οι άνθρωποι χαρακτηρίζουν τον χώρο μέσω συγκεκριμένων θεμελιωδών ιδιοτήτων, που ονομάζονται αξιώματα. Τα αξιώματα δε μπορούν να αποδειχτούν, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με μαθηματικούς ορισμούς για […]