3 Μαρτίου 2018Σύμπτωσησύμπτωση < αρχαία ελληνική σύμπτωσις < σύν + πίπτωπίπτω < αρχαία ελληνική πίπτωπίπτω < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *peth₂- (πετώ)