Μάχη

Ετυμολογία της λέξης μάχη

μάχη < αρχαία ελληνική μάχη

Σημασιολογία της λέξης μάχη

μάχη θηλυκό (πληθυντικός μάχες)

    1. σύγκρουση μεταξύ δύο στρατευμάτων σε συγκεκριμένο χώρο και χρονική στιγμή
      Η μάχη του Μαραθώνα έγινε το 490 π.Χ.
    2. σύνολο πολεμικών γεγονότων που διαδραματίστηκαν σε συγκεκριμένο χώρο μέσα στο ιστορικό πλαίσιο ενός ευρύτερου πολέμου.
      Η μάχη της Κρήτης κατά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο
    3. (κατ’ επέκταση) βίαιη σύγκρουση, ένοπλη ή μη, μεταξύ δύο αντιπάλων παρατάξεων, ομάδων κ.λπ.
      Πάλι μετατράπηκε το κέντρο της Αθήνας σε πεδίο μάχης.
    4. (μεταφορικά) ο αγώνας για την επίτευξη ενός στόχου
      η μάχη για τη ζωή, για το μεροκάματο, για μία θέση στα πανεπιστήμια

Συγγενικές λέξεις

Σχετικά Ομάδα Consciousness.gr

Διαδρομές αυτογνωσίας και αυτοπραγμάτωσης
Διαβάστε όλα τα άρθρα από Ομάδα Consciousness.gr