Ετυμολογία της λέξης ερασιτέχνης
ερασιτέχνης < ερασι- (< ἔραμαι) + -τεχνης (< τέχνη) < γαλλική amateur
ἔραμαι < (ίσως) προελληνική
ἐράω < ἔραμαι
Σημασιολογία της λέξης ερασιτέχνης
- που ασχολείται με κάτι από ευχαρίστηση, όχι επαγγελματικά ή με σκοπό το οικονομικό κέρδος
- (κακόσημο) που δε διαθέτει επαγγελματισμό, οργανωτικότητα ή ειδικές γνώσεις, αλλά χαρακτηρίζεται από προχειρότητα κι ανευθυνότητα