Ετυμολογία: άνοιξη < αρχαία ελληνική ἄνοιξις
Σπάνια λέξη της αρχαίας ελληνικής (ἡ ἄνοιξις, -εως). Ετυμολογείται από το ρήμα ἀνοίγνυμι ή ἀνοίγω. Αρχικά λοιπόν σήμαινε το άνοιγμα.
Η σημερινή σημασία είναι μεσαιωνική: Ὦ μυρισμένη μου ἄνοιξις, τοῦ χρόνουἀρχή καί νιότης (Μιχαήλ Σουμμάκης, Παστώρ φίδος, ἤγουν Ποιμήν πιστός,Βενετία 1638). Τότε, υποκατέστησε στη δημώδη Βυζαντινή την αρχαία λέξηἔαρ (που σήμερα επιβιώνει στο παράγωγο επίθετο εαρινός, δηλ. ανοιξιάτικος:εαρινή ισημερία), προφανώς για να δηλώσει εκφραστικότερα το «άνοιγμα» του καιρού μετά το χειμώνα. Διαβάζουμε στο Λεξικόν τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἑλληνικῆς Διαλέκτου του Σκαρλάτου Δ. τοῦ Βυζαντίου: ἄνοιξις, ὄχι διότι τότε ἀνοίγει πρός πλοῦν ἡ θάλασσα, ἀλλά διότι τότε ἀνοίγουν τά ἄνθη. Παροιμιώδης φράση: Ένας κού(κ)κος / ένα χελιδόνι δε φέρνει την άνοιξη: οι μεμονωμένες προσπάθειες δεν αρκούν για την πραγματοποίηση σημαντικών αλλαγών.
Πηγή: http://klision.blogspot.gr/2010/04/blog-post_5845.html
Σημασιολογία: Η Άνοιξη είναι μία από τις τέσσερις εποχές της εύκρατης ζώνης. Αστρονομικά ξεκινά με την εαρινή ισημερία κατά τις 21 Μαρτίου στο Βόρειο ημισφαίριο (η ακριβής ημερομηνία ποικίλει ανάμεσα στις 19 και 21 Μαρτίου), περιλαμβάνει τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο Μάιο και τελειώνει με το θερινό ηλιοστάσιο στις 21 Ιουνίου. Στο Νότιο ημισφαίριο η εαρινή ισημερία ξεκινά στις 21 Σεπτεμβρίου, περιλαμβάνει τους μήνες Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Νοέμβριο και τελειώνει στο χειμερινό ηλιοστάσιο, στις 21 Δεκεμβρίου. Στη μετεωρολογία αναφέρονται συμβατικά οι τρεις μήνες του βόρειου είτε του νότιου ημισφαίριου ως Άνοιξη, παρόλο που η πραγματική διάρκεια της εν λόγω εποχής είναι 21 Μαρτίου – 21 Ιουνίου και 21 Σεπτεμβρίου – 21 Δεκεμβρίου αντίστοιχα. Στο Κελτικό ημερολόγιο, η Άνοιξη περιλαμβάνει τους μήνες Φεβρουάριο – Απρίλιο.