13 Μαρτίου 2018Δίκηδίκη < αρχαία ελληνική δίκη < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *deyḱ–δικαιοσύνη < αρχαία ελληνική δικαιοσύνη < δίκαιος < δίκηΣημασιολογία:δικαστική διαδικασία, εκδίκασηΚοινοποιήστε:Κλικ για κοινοποίηση στο Twitter(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)Πατήστε για κοινοποίηση στο Facebook(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)Κλικ για εκτύπωση(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)Κλικ για αποστολή ενός συνδέσμου μέσω email σε έναν/μία φίλο/η(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)