13 Μαρτίου 2018Αναπλήρωσηαναπλήρωση < αρχαία ελληνική ἀναπλήρωσις (σημασιολογικό δάνειο από γαλλική suppléance)Σημασιολογία:η ενέργεια ή το αποτέλεσμα τού αναπληρώνωΚοινοποιήστε:Κλικ για κοινοποίηση στο Twitter(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)Πατήστε για κοινοποίηση στο Facebook(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)Κλικ για εκτύπωση(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)Κλικ για αποστολή ενός συνδέσμου μέσω email σε έναν/μία φίλο/η(Ανοίγει σε νέο παράθυρο)