θάνατος
- Εσχατολογία και μεταθανάτια πορεία, Πνευματικότητα, Φιλοσοφία, Χρόνος άχρονος

Το μέτρο της επίγειας ζωής είναι ο θάνατος

Εισαγωγικές σκέψεις

Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια “Θάνατος είναι το αντίθετο της ζωής δηλαδή η οριστική παύση όλων των βιολογικών λειτουργιών που υποστηρίζουν τη διαβίωση ενός οργανισμού. Φαινόμενα που συνήθως επιφέρουν το θάνατο περιλαμβάνουν: το γήρας, τον Υποσιτισμό, την αφυδάτωση, την ασθένεια, και το τραύμα, το οποίο περιλαμβάνει την αυτοκτονία, τη δολοφονία και το δυστύχημα. Όλοι οι γνωστοί οργανισμοί κάποια στιγμή αντιμετωπίζουν αναπόφευκτα το θάνατο.”

Κάνοντας μια αναδρομή και στην γεμάτη συμβολισμούς και αλληγορίες αρχαία ελληνική μυθολογία, διαβάζουμε αντιστοίχως στην Βικιπαίδεια για τον αρχαίο θεό Θάνατο. Ο Ησίοδος αναφέρει ότι είναι δίδυμος αδελφός του Ύπνου, οι οποίοι είναι “δεινοί θεοί” που κατοικούν στο σκοτεινό Τάρταρο και ποτέ δεν τους φωτίζει ο ήλιος. Όμως ενώ ο Ύπνος ταξιδεύει ειρηνικά πάνω στη θάλασσα και στη γη και είναι ευχάριστος στους ανθρώπους, ο Θάνατος αντίθετα έχει σκληρή και σιδερένια καρδιά και μισείται από τους ανθρώπους, ακόμη κι από τους αθάνατους. Δεν είναι τυχαία όμως η συσχέτιση των ανθρωπομορφισμένων θεοτήτων Θανάτου και Ύπνου. Κάθε φορά που κοιμόμαστε μέσα από τα αστρικά μας ταξίδια βιώνουμε μια εμπειρία παρόμοια σε ένα βαθμό με αυτή που επέρχεται μετά τον υλικό θάνατο. Επίσης δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στην λόγια και καθαρεύουσα ελληνική, η λέξη που κατά κύριο λόγο χρησιμοποιείται για να δηλώσει το γεγονός του θανάτου δεν είναι η θανάτωση και ο θάνατος αλλά η “κοίμησις” και “εκοιμήθη”.

Άλλες φορές ο Θάνατος χαρακτηρίζεται, ιδιαίτερα από τους αρχαίους τραγικούς, ως ευεργέτης και μάλιστα γιατρός, γιατί απαλύνει τους ανθρώπους από τις αρρώστιες και τους πόνους. Στην Ιλιάδα ο Θάνατος εμφανίζεται, με εντολή του Δία και της Ήρας, για να παραλάβει το πτώμα του Σαρπηδόνα και να το μεταφέρει στη Λυκία. Ο Ευριπίδης παριστάνει το Θάνατο σαν βασιλιά των νεκρών, που φορά μαύρο πέπλο ή έχει μαύρα φτερά. Τον παρουσιάζει ως πικρό, αλόγιστο, άκριτο, λυπηρό και κακό δαίμονα. Οι θεοί, Ύπνος και Θάνατος, φέρονται να μεταφέρουν τα νεκρά σώματα των ανθρώπων. Για τη λατρεία του θεού ελάχιστα πράγματα προσφέρονται, γιατί ο Θάνατος ούτε θέλει, ούτε δέχεται δώρα. Γι’ αυτόν δεν υπάρχει βωμός. Συνήθως παριστάνεται σαν όμορφος νέος, άλλοτε με φτερά κι άλλοτε χωρίς φτερά. Μερικές φορές συνοδεύεται από τον αδελφό του Ύπνο. Η προσωποποίηση του Θανάτου που τον παριστάνει ως σκελετό να κρατάει δρεπάνι είναι μεταγενέστερη.

Επίγεια ζωή και όντως Ζωή

Πρέπει να γίνει μια σαφής διάκριση μεταξύ της επίγειας ζωής και της όντως Ζωής. Η επίγεια ζωή είναι ένας συγκερασμός από πλάνες, μασκαρεμένες μέσα σε μύριες μορφές αστρικών και αιθερικών καταστάσεων της ύπαρξης και μέσα σε άλλες τόσες τάσεις, πάθη, εμμονές, ορμές, ορμόνες, λογισμούς, σκεπτομορφές και φθαρτούς βιολογικούς σχηματισμούς. Μια ασύλληπτη πολυπλοκότητα για τις πέντε αισθήσεις του υλικού εγκεφάλου μεν, μια ξεκάθαρη φυλακή-παγίδα για το πνεύμα δε. Η όντως Ζωή από την άλλη είναι κατάσταση πληρότητας, ολότητας, βαθιάς κοινωνίας και αλληλένδετης συνύπαρξης που όμοιά της δεν χωρά στον υλικό εγκέφαλο και στην διάνοια του ανθρώπινου όντος. Είναι η πρόγευση της κοινωνίας των αγγέλων, είναι το άρωμα του αληθινού παραδείσου. Είναι μια κατάσταση άχρονη και ως εκ τούτου μια κατάσταση αιώνια και άφθαρτη. Είναι μια κατάσταση την οποία δεν μπορεί να αγγίξει η φθορά του χρόνου και η φθορά του πεπερασμένου υλικού σώματος.

Ο θάνατος στον οποίο αναφερόμαστε συνήθως είναι ο σωματικός/υλικός θάνατος, δηλαδή η παύση των βιολογικών μας λειτουργιών και προπαντώς της αναπνοής, ως θεμελιώδης βιολογική διεργασία οξυγόνωσης των ιστών και επιβίωσης κάθε βιολογικού οργανισμού. Με τον υλικό θάνατο καταργείται οριστικά το υλικό σώμα το οποίο λειτουργεί προσωρινά ως δοχείο της ψυχής και διασπώνται οι δεσμοί του με τα μεταφυσικά σώματα του ανθρώπου, το αιθερικό, το αστρικό, το κατώτερο νοητικό, την ψυχή, το ανώτερο νοητικό και το πνευματικό. Στη μεταθανάτια πορεία της, η ψυχή αναβαίνοντας τα μεταφυσικά σώματα διαπερνά σταδιακά κλιμακούμενες καταστάσεις απειλητικές για την ύπαρξή της, άλλοτε τελούσα υπό σύγχυση και υπό διωγμό και άλλοτε διψούσα για τη σωτηρία και την οριστική της λύτρωση.

Υπάρχει όμως και ο άλλος, ο πνευματικός θάνατος. Θα ρωτήσει κανείς, είναι δυνατόν να πεθάνει το πνεύμα; Όχι δεν είναι δυνατόν να πεθάνει αλλά μπορεί να εκπέσει, μπορεί να διαχωριστεί και μπορεί να φυλακιστεί. Αυτά και πολλά άλλα ανείπωτα κακά έχουν συμβεί στην ολότητα της ανθρώπινης φύσης, η οποία από Ουράνια κατέληξε να είναι περιτυλιγμένη με δέρμα, ιστούς και αίμα. Ο πνευματικός θάνατος επήλθε κατά την αρχική πτώση και αποστασία, αυτή που περιγράφει με έντονες δόσεις αλληγορίας ο προπατορικός μύθος του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού. Ο πνευματικός θάνατος συνεχίζει να επέρχεται και να συντηρείται με την απομάκρυνση του φυλακισμένου στην επίγεια ζωή ανθρώπου από την αληθινή του φύση και την αστοχία του να θυμηθεί το ποιος είναι, την αστοχία του να αξιοποιήσει την ευκαιρία της επίγειας ζωής του ως εφαλτήριο πνευματικής ανάνηψης, δηλαδή την κάθε αμαρτία, η οποία είναι σύμφυτη με την σαρκική φύση του.

Ο θάνατος ως μέτρο της επίγειας ζωής

Ο θάνατος είναι ένα γεγονός το οποίο μας φέρνει προ των ευθυνών μας χωρίς καμμία πλέον δυνατότητα υπαναχώρησης και αλλαγής πλεύσης. Είναι κάτι οριστικό και αμετάκλητο και ο απόλυτος κριτής της συνολικής μας υπαρξιακής θεώρησης. Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτρη Λιαντίνη στο έργο του “Έξυπνον Ενύπνιον”, σελ. 235 “Εάν ο θάνατος ενσκήπτει σαν γεγονός βίαιο και τραχύ (factum brutum) και αποσβολώνει την ανθρώπινη εμπειρία, τούτο δεν οφείλεται στη φύση του θανάτου, αλλά στη στάση του ανθρώπου. Δεν είναι βάναυσος ο θάνατος, αλλά ο τρόπος με τον οποίο μεταχειρίζεται ο άνθρωπος τη ζωή είναι αδέξιος και σκαιός”.

Στην όψη του θανάτου, εξαϋλώνεται κάθε ονειρική ψευδαίσθηση του υλικού ανθρώπου και για πρώτη φορά στην επίγεια παρουσία του βλέπει τα πράγματα στις αληθινές τους διαστάσεις. Το Εγώ κατακρημνίζεται και οι μάσκες πέφτουν. Οι ρόλοι καταργούνται και τα επίγεια πρωτεία, οι επίγειοι βαυκαλισμοί και οι επίγειες εξουσίες αναιρούνται. Η έννοια “περιουσία” ακυρώνεται και στη θέση της προβάλλει η έννοια της “ουσίας”. Το υλικό πρόσωπο στον γυάλινο καθρέπτη μετατρέπεται σε πρόσωπο πνευματικό στον καθρέπτη της ψυχής.

Ο θάνατος για πολλούς μπορεί να είναι ο απόλυτος φόβος και τρόμος, για άλλους μυστήριο και άγνωστο προς εξερεύνηση και διερεύνηση, για άλλους τέλος τέλος ίσως μια λύτρωση από τα επίγεια βάσανα. Δεν παύει όμως πέρα και πάνω από καθετί άλλο να είναι ο ισχυρότερος κινητήριος μοχλός που μας ωθεί προς την εγρήγορση της συνειδητότητας. Ο στοχασμός και ο διαλογισμός πάνω στο θάνατο είναι το ρεύμα που στο διάβα του σαρώνει τα πάντα και μας αναγκάζει, χωρίς δεύτερες σκέψεις και με την απόλυτη αίσθηση του επείγοντος, να εμβαθύνουμε στο κέντρο της πνευματικής μας νηνεμίας, στο πολυπόθητο απάνεμο λιμάνι στο οποίο ακυρώνονται οι διπολικότητες της επίγειας φύσης μας. Και το πολυπόθητο αυτό λιμάνι δεν είναι άλλο παρά το ΜΕΤΡΟ. Ο θάνατος καταργεί τις δευτερότριτες προτεραιότητες και στην τρομερή όψη του η ανάγκη ενεργοποίησης της συνειδητότητάς μας καθίσταται αδήριτη. Αν ούτε η σκέψη και η αίσθηση του θανάτου μας δεν είναι ικανές να μας φωτίσουν το δρόμο προς την αναζήτηση του μέτρου στο ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, τότε τίποτα άλλο δεν είναι ικανό να το πράξει.

Επανερχόμαστε στην εισαγωγική πρόταση αυτού του άρθρου. Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια “Θάνατος είναι το αντίθετο της ζωής δηλαδή η οριστική παύση όλων των βιολογικών λειτουργιών που υποστηρίζουν τη διαβίωση ενός οργανισμού.” Ώστε θάνατος πιστεύουμε ότι είναι το αντίθετο της ζωής; Κι αν σας έλεγε κάποιος ότι η (όντως) ζωή δεν τελειώνει αλλά ξεκινά με τον θάνατο; Κι αν ακόμα σας απηύθυνε κάποιος το ερώτημα “Υπάρχει ζωή πριν από το θάνατο“;

Τι θα απαντούσατε;;;

Σχετικά Ομάδα Consciousness.gr

Διαδρομές αυτογνωσίας και αυτοπραγμάτωσης
Διαβάστε όλα τα άρθρα από Ομάδα Consciousness.gr